VTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM SlideshowVTEM Slideshow

.

Μνήμες αλλά και πολλά λαογραφικά αντικείμενα μαρτυρούν πως στο Βελβεντό από τους πανάρχαιους χρόνους χρησιμοποιήθηκαν πολλοί τρόποι επεξεργασίας των δημητριακών και άλλων γεωργικών προϊόντων. 

Μνήμες αλλά και πολλά λαογραφικά αντικείμενα μαρτυρούν πως στο Βελβεντό από τους πανάρχαιους χρόνους χρησιμοποιήθηκαν πολλοί τρόποι επεξεργασίας των δημητριακών και άλλων γεωργικών προϊόντων.  Όλοι οι τρόποι επεξεργασίας στηρίχτηκαν στην κυκλική κίνηση εξαρτημάτων των μηχανισμών  που έπαιρναν κίνηση από τον άνθρωπο ή τα ζώα και αργότερα από το νερό.  Απ? αυτόν τον κύκλο της ζωής προέκυπτε το αλεύρι, το λάδι, η ζωοτροφή και άλλα.  Ταχειρόμπλα (χειρόμυλα, χειρόμυλοι) αποτελούνταν από δύο μυλόπετρες με διάμετρο περίπου σαράντα εκατοστών.  Η πάνω πέτρα ήταν τρύπια στο κέντρο της απ? όπου περνούσε ο άξονας γύρω από τον οποίο κινούνταν κυκλικά κι έρχονταν σ? επαφή με την κάτω σταθερή πέτρα. Ανάμεσά τους έριχναν χούφτες το διαλεγμένο κόκκινο σιτάρι αφού πρώτα το στούμπιζαν στη γούρνα της γειτονιάς και ύστερα το έψηναν ελαφρά σε ξεπυραμένο φούρνο.

Χρησιμοποιήθηκε επίσης η ρωμαϊκή μυλόπετρα.  Σήμερα σώζεται μια τέτοιου τύπου μυλόπετρα και βρίσκεται στον αυλόγυρο του Ιερού Ναού Κοίμησης της Θεοτόκου Βελβεντού.  Πρόκειται για μια ογκώδη κυκλική γρανιτένια πέτρα ύψους ογδόντα εκατοστών και διαμέτρου πενήντα εκατοστών περίπου.  Στις δύο βάσεις της  είναι λαξευμένη και σκαμμένη σε σχήμα V.  Οι βάσεις επικοινωνούν  με μικρή οπή.  Στη μέση της κυκλικής επιφάνειας υπάρχουν τρύπες στις οποίες στηρίζονταν τα ξύλα ? άξονες στους οποίους ήταν δεμένα τα ζώα που με την κυκλική τους κίνηση γυρνούσαν τη μυλόπετρα πάνω από μια κυρτή σταθερή πέτρα.  Στην πάνω κοίλη επιφάνεια της μυλόπετρας έριχναν τους σπόρους για να αλεστούν.

Σ? αυτόν τον τύπο της ρωμαϊκής μυλόπετρας στηρίχτηκε και ο ζωοκίνητος βιτρουβιανός μύλος που πιθανόν να υπήρχε στην περιοχή.

Για την αποφλοίωση των δημητριακών και την παρασκευή αλευριού χρησιμοποιήθηκαν τα πέτρινα ή ξύλινα γουδιά ή ντουμπέκια.  Τα πέτρινα γουδιά κατασκευάζονταν από σκληρό πέτρωμα ή μαρμαρόπετρα, είχαν βάθος μέχρι και σαράντα εκατοστά και διάμετρο περίπου τριάντα με τριανταπέντε εκατοστά.  Τα ξύλινα γουδιά ήταν σκαμμένα σε σκληρό ξύλο.  Οστούμπος ή γουδοχέρι ήταν συνήθως ξύλινος για τα ξύλινα ντουμπέκια ή πέτρινος ή μεταλλικός για τα μεγαλύτερα πέτρινα.

Εκτός από τα μικρά αυτά γουδιά ή ντουμπέκια που είχε κάθε οικογένεια, σε κάθε γειτονιά υπήρχαν μεγάλες πέτρινες γούρνεςπου εξυπηρετούσαν τους κατοίκους της κάθε γειτονιάς.

Οι γούρνις ή πετρογούρνις ήταν μεγάλες γρανιτένιες πέτρες, λαξευμένες με εργαλεία στο κέντρο κι έτσι γίνονταν κοίλες στο εσωτερικό τους, δηλαδή σχημάτιζαν γούρνα (γρώνη = κοίλωμα).  Σε κάθε γειτονιά υπήρχε μια τέτοια πέτρα.  Αυτές χρησίμευαν στους Βελβεντινούς για να στουμπίζουν δηλαδή να κοπανίζουν με τους στούμπους (ξύλινοι κόπανοι) το στάρι, είτε για να κάνουν κόλλυβα, είτε για μπλιγούρι.  Εκεί όμως στούμπιζαν και πιπεριές. Όταν ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τη γούρνα, την έπλεναν καλά, τη στέγνωναν και γύρω-γύρω έστρωναν πετσέτες αφού τις στριφογύριζαν, για να μην τους χυθεί στο στάρι έξω απ? τη γούρνα.  Μαζεύονταν συγγενείς και γειτόνοι  και με τους δύο στούμπους εναλλάξ χτυπούσαν το βρεμένο σιτάρι μέσα στη γούρνα.  Αυτό απαιτούσε μεγάλη μυϊκή δύναμη, γι? αυτό το στούμπισμα του σιταριού το αναλάμβαναν οι άντρες.  Όποιος μπορούσε βοηθούσε ? συγγενείς, γειτόνοι ακόμα και περαστικοί.

Ανάλογα με τη θέση της γούρνας την ονόμαζαν κιόλας.  Έτσι ήταν η γούρνα στ? Σκαμνιά, του Ζιούλη, τ? Καστανάρα, στ? Σουπούρα, τ? Βρύς(η) τ? Γιγή, τ? Χαρσούλα.  Η μεγαλύτερη ήταν η γούρνα στ? Σκαμνιά.  Έπαιρνε μέχρι είκοσι οκάδες σιτάρι.  Μεταφέρθηκε στη συγκεκριμένη θέση πριν από το 1920, από την περιοχή του Αγίου Δημητρίου Γριτσάνης. 

Αφού έπαιρναν το στάρι το στουμπισμένο από τη γούρνα ? το στούμπιζαν τέσσερις ώρες περίπου ? το αέριζαν για να φύγει το φλούστρο (η φλούδα).  Το έπλεναν εννιά φορές για να φύγουν τα φλούστρα και στο τελευταίο το νερό να μένει μια λεπτή λευκή σκόνη (άμυλο) ή να εξαφανιστεί η γραμμή από το σπόρο.  Μετά το στράγγιζαν καλά και το έβραζαν μέχρι να μαλακώσει, σε αναλογία 2,5 μέρη νερό με 1 μέρος σιτάρι ή 3 με 1 ανάλογα με την ποιότητα του σιταριού.  Όταν τέλειωνε το βράσιμο περίμεναν να κρυώσει και μετά το ζύμωναν με αλάτι και καρύδια.

Για να κάνουν μπλιγούρι, το στάρι που χρησιμοποιούσαν ήταν κόκκινο και το στούμπιζαν στη γούρνα ελαφρότερα, μέχρι να φύγει το πρώτο φλούστρο.

Το στούμπισμα διαρκούσε περίπου μια ώρα.  Μετά το έπλεναν, το έβραζαν λίγο και στη συνέχεια το άπλωναν σε καθαρά σεντόνια για να στεγνώσει.  Μ? αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζαν μπλιγούρι  για όλη τη χρονιά.  Για να το μαγειρέψουν το άλεθαν πρώτα στα χειρόμπλα (χειρόμυλα).  Αυτά ήταν δύο μυλόπετρες με

διάμετρο περίπου 40 εκατοστών που τις γύριζαν με το χέρι και έριχναν χούφτες-χούφτες ανάμεσά τους το κόκκινο σιτάρι.

Οι Βελβεντινοί χρησιμοποιούσαν συχνά το μπλιγούρι στη διατροφή τους.  Το μαγείρευαν με χοιρινά παϊδάκια (πλευριές), με γίδα ή με κόκκαλα.  Στα γιαπράκια (ντολμάδες με αμπελόφυλλα) έσμιγαν ρύζι και μπλιγούρι μαζί με κομματάκια χοιρινού κρέατος.

Στις γούρνες στούμπιζαν κα πιπεριές αφού τις στέγνωναν καλά (αποξήραναν).  Μετά το στούμπισμα οι πιπεριές ήθελαν καλό κοσκίνισμα, για να ξεχωρίσουν το πιπέρι.  Αφού τέλειωναν, η γούρνα ήθελε πολύ καλό πλύσιμο.  Αλλά και αλάτι στούμπιζαν.  Έφερναν οι κυρατζήδες απ? την Κατερίνη μεγάλα κομμάτια αλατιού από τη θάλασσα και τα στούμπιζαν για να δίνουν αλάτι στα ζώα τους.

Η ύπαρξη νερόμυλων στο Βελβεντό αναφέρεται από τον Γάλλο περιηγητή Πουκεβίλ στο ταξίδι του στην Ελλάδα το έτος 1824.  Ο Πουκεβίλ αναφέρει πως είδε τρεις μύλους για λινέλαιο, βαμβάκι, σουσάμι και άλλους μύλους μέσα στο Βελβεντό.

Μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα λειτουργούσαν στο Βελβεντό περίπου σαράντα (40) νερόμυλοι που χρησιμοποιούσαν το νερό των ρεμάτων τα οποία ξεκινούσαν από τα Πιέρια (Λάφιστα, Ξερόλακκας, κ.α.).

Σήμερα το νερό δεν τρέχει με την ίδια ορμή ούτε στην ίδια ποσότητα.  Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις οι περισσότεροι μύλοι δεν υπάρχουν σήμερα πια ούτε σαν κτίρια, αρκετοί είναι ερειπωμένοι και ελάχιστοι μένουν ακόμα όρθιοι να περιμένουν τους συντηρητές τους για να σωθούν.

Στην περιοχή Αγίας Τριάδας ? Μπατάνια, σώζονται υπολείμματα τεσσάρων νεροτριβών που μπορούσαν να δουλέψουν και σαν μύλοι.  Στη διαδρομή Ξερόλακκας μέχρι Μπατάνια υπήρχαν επτά (7) νερόμυλοι ένας από τους οποίους σώζεται σε άριστη κατάσταση αφού ο Δήμος έκανε εργασίες αναστήλωσής του.  Πριν από τη θέση Ξερόλακκας υπήρχαν δύο νερόμυλοι (σήμερα δεν υπάρχει κανένας).  Από τη θέση παλιά δεξαμενή μέχρι την τοποθεσία Μπάϊκο υπήρχαν εννιά (9) νερόμυλοι.  Μόνον δύο παραμένουν όρθιοι, αλλά χρειάζονται άμεση παρέμβαση ώστε να μην πέσουν όπως οι άλλοι νερόμυλοι αυτής της περιοχής.  Ενώ σώζονται ο μύλος Γεωργάνα (Φάμπρικα) και ο μύλος Κοσμά, στις άλλες περιοχές (Μαυρή, ρέμα Γκούιμα, οικισμός, Μπλασάς, Καραΐζι, Καρακούτσ? μύλος ή Καλογέρικος μύλος) δεν σώζεται κανένας νερόμυλος, εκτός από τον Παπαβασίλη μύλο (θέση Μαυρή).

Ο αριθμός των νερόμυλων μας οδηγεί να σκεφτούμε πως το Βελβεντό πριν από μερικές δεκαετίες ήταν κέντρο υδροκίνησης για ολόκληρη την περιοχή.  Η χρήση του νερού σαν ήπια ενέργεια δημιουργούσε ένα δίκτυο σχέσεων και ανταλλαγών, που, εκτός από την οικονομική του σημασία, είχε επίσης κοινωνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις.

Περισσότερα...

ΠΡΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ

 

Ημερήσιο και πολυήμερο πρόγραμμα για μαθητές των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου.

Το τρεχούμενο νερό και η δύναμη των ζώων, υπήρξαν σημαντικές πηγές ενέργειας στο παρελθόν, αλλά και κάποιες από αυτές ακόμα και σήμερα. Στην περιοχή Βελβεντού και γενικότερα της Μακεδονίας λειτούργησαν πολλά εργαστήρια υδροκίνησης (νερόμυλοι, νεροτριβές ή δριστέλλες, μπατάνια ή μαντάνια και νεροπρίονα) που κάλυψαν βασικές ανάγκες των κατοίκων σε διατροφή, ένδυση και κατοικία.

Το πρόγραμμα επιλέγηκε ώστε να συμβάλλει στην ενημέρωση των μαθητών και των πολιτών για τα πλεονεκτήματα της σωστής χρήσης του νερού ως ήπια μορφή ενέργειας.

 

ΗΜΕΡΗΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Υποδοχή: Ενημέρωση των μαθητών για το ρόλο και τις δραστηριότητες του ΚΠΕ Βελβεντού.

θεωρητικό μέρος: Κατ' αρχάς γίνεται συζήτηση για τις πηγές ενέργειας (ανανεώσιμες και μη) κα πως αυτές όταν δεν αξιοποιούνται σωστά μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα. Γίνεται αναφορά στους τρόπους που ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τη μυϊκή του δύναμη και τη ζωική ενέργεια μέχρι τη χρήση του νερού ως πηγή ενέργειας για να επιβιώσει.

Πως λοιπόν οι ενεργειακές αυτές πηγές χρησιμοποιήθηκαν από τον αγροτικό κυρίως πληθυσμό για να εξασφαλίσουν τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες που διαχρονικά παραμένουν οι ίδιες, διατροφή, ένδυση, κατοικία; Κι ακόμα ποια βασική αρχή λειτουργίας του κάθε υδροκίνητου προβιομηχανικού εργαστηρίου εφεύρε και εφάρμοσε ο άνθρωπος; Κι αυτή είναι μόνο η αρχή αφού και σήμερα πολλοί μηχανισμοί παρά την τεχνολογική εξέλιξη στηρίζονται στην ίδια αρχή λειτουργίας.

Δραστηριότητες στο πεδίο: Μετάβαση στον παλιό αποκατεστημένο νερόμυλο "Μπαλλού". Περιήγηση στα μέρη του νερόμυλου και ενημέρωση για τον τρόπο λειτουργίας του μέσα από φύλλα εργασίας. Ειδικότερα για την άλεση των δημητριακών οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν τους τρόπους επεξεργασίας των δημητριακών πριν τη χρήση του νερόμυλου.

Έκφραση- Αξιολόγηση:

Οι μαθητές συμπληρώνουν φύλλα εργασίας και εκφράζονται εικαστικά ώστε να ελεγχθεί η εμπέδωση των εννοιών που παρουσιάστηκαν. Στο τέλος μαθητές και εκπαιδευτικοί συμπληρώνουν φύλλα αξιολόγησης του προγράμματος.

 

 

ΟΙ ΝΕΡΟΜΥΛΟΙ ΣΤΟ ΒΕΛΒΕΝΤΟ

 

Η κατάσταση των νερόμυλων και των ιδιοκτητών τους και στους δύο λάκκους είναι η εξής:

Α.  Νερόμυλοι στο λάκκο Λαύστα από πάνω προς τα κάτω:

1) Αδελφών Ζορμπά.  Χαρισίου, Νικολάου και Γεωργίου.  Τον μύλο αυτόν τον κατεδάφισαν κι έκτισαν το μπατάνι.

2) Δημητρίου Ζορμπά.  (Παλιόμυλος) Βρισκόταν στη θέση «Κοκκινόη.»

3) Νικολάου Ζανδέ.  Βρισκόταν στη θέση «Αμκούριος.»

4) Παπατσιάρα.

5) Παπαπλιούρα.  Βρισκόταν στο δρόμο, προς Αγία Παρασκευή.

6) Χατζήνα ( Γιγή ).

7) Παπασταμάτη.  Βρισκόταν στο δρόμο προς τον απάνω Μπράβα.

8) Κουτιώλα.  Κοντά στον Ξηρόλακκα, στη δεξιά όχθη.

9) Αδελφών Καραντούμου.  Στην αριστερή όχθη του Ξηρόλακκα, κοντά στην κωμόπολη.  Ήταν δύο αδέλφια και είχε ο καθένας το μύλο του, που τον εργαζόταν τη μισή εβδομάδα.

10) Παπακάντζιου.  Βρισκόταν στο δρόμο προς τον Άγιο Αντώνιο.

11) Κουσά.  Βρισκόταν στη δεξιά όχθη του Ξηρόλακκα, κάτω από το δρόμο προς τους Αγίους Αναργύρους.

12) Παπατσιάρα.

13) Εμμανουήλ.

14) Κουϊνιάρικους.

Οι (12),(13), και (14) νερόμυλοι βρίσκονταν κοντά στον Αλιάκμονα στην περιοχή Καράβι

Οι  (2),(8),(9),(10) και (11) νερόμυλοι, σταμάτησαν να λειτουργούν μπροστά από το 1900.

Οι (3),(12),(13) και (14) νερόμυλοι, σταμάτησαν να λειτουργούν το 1924 όταν με την ανταλλαγή του πληθυσμού έφυγαν οι Κουϊνιάροι.

Οι άλλοι νερόμυλοι λειτούργησαν ως το 1940, οπότε ένας-ένας άρχισαν να κλείνουν.  Ο τελευταίος λειτούργησε ως το 1960, ήταν του Χατζήνα και τον δούλευε ο Μιχάλης Γιγής.

Β.  Νερόμυλοι στο λάκκο Ξηρόλακκα από πάνω προς τα κάτω.

1) Αγνώστου.  Ήταν κάτω από το Μπάικο ( Ταίρη; )

2) Τόκα.

3) Κοσμά.  Απάνω από το εξωκκλήσι «Αγία Βαρβάρα.»

4) Κλασσή.  Κάτω από το εξωκκλήσι «Αγία Βαρβάρα.»

5) Φάμπρικα.  Ο νερόμυλος αυτός ανήκε στη Χριστιανική Κοινότητα Βελβεντού.  Πήρε το όνομα «Φάμπρικα» γιατί έγινε κυλινδρόμυλος με πλυντήριο, ξηραντήριο, κόσκινα, σίτες και λοιπά εξαρτήματα και έκανε αλεύρι άσπρο, χωρίς πίτουρα, το λεγόμενο «Μπουράτο».

Τη φάμπρικα την έκαμε επί Τουρκοκρατίας, ο συμπατριώτης μας Αντώνης Φκιαράς (Καραγιάννης) ο οποίος είχε επισκεφτεί ένα τέτοιο κυλινδρόμυλο στη Λάρισα.  Ο τελείως αγράμματος αυτός πρωτομάστορας Αντώνης Φκιαράς, με την εξυπνάδα και την παρατηρητικότητα που τον διέκρινε, κατόρθωσε και φωτογράφισε μέσα στο μυαλό του, όλα εκείνα τα πολύπλοκα μηχανήματα (εργαλεία) καθώς και τη λειτουργία των και αφού παράγγειλε ορισμένα εργαλεία, όπως λουριά, κόσκινα, σίτες κ.λ.π. και κατασκεύασε ο ίδιος τα υπόλοιπα, τα συναρμολόγησε, τα έθεσε σε λειτουργία και όλα λειτούργησαν κανονικά.

Τη φάμπρικα τη νοίκιαζε από την Χριστιανική Κοινότητα και την εργάζονταν ο Αργύρης Φλιάκας, ο οποίος πήρε και το παρατσούκλι «Φαμπρικάνος».

Η φάμπρικα είχε κι άλλη ξεχωριστή μυλόπετρα που άλεθε τα διάφορα σιτηρά κι έκανε το κοινό αλεύρι.

Η περιουσία της επί Τουρκοκρατίας Χριστιανικής Κοινότητας, μοιράστηκε, μεταξύ της Κοινότητας, της Εκκλησίας και των σχολείων το 1924.

Τη φάμπρικα την πήραν τα σχολεία και κατά την ανέγερση του μεγάλου δωδεκατάξιου διδακτηρίου, την πούλησε στον συμπατριώτη μας Δημήτριο Γεωργάνα.

6) Γκουλιέμα.

7) Κέχρινου.

8) Καραγιάννη.  Των αδελφών Νικολάου και Αντωνίου Φκιαρά.

9) Τζιαρτζιάκη.  Ήταν στη θέση «Ανάσκυλο αυλάκι».  Λεγόταν και μύλος του Πασβάνη, του μυλωνά που τον δούλευε ως νοικιαστής πάρα πολλά χρόνια.  Το πραγματικό επίθετο δεν το ξέρουμε.  Έφυγε από μικρός στη Σμύρνη, εργάστηκε και τελευταία έγινε νυχτοφύλακας (Πασβάνης τουρκιστί) και όταν γύρισε στο Βελβεντό, με το όνομα αυτό τον φώναζαν.  Το μύλο αυτό τον δούλεψε ο Γιάννης Ζορζοβίλης (Γιάννος της Μαύρινας).  Αυτόν τον διαδέχτηκε ο γιος του Ευθύμιος (Τσίμος) ως το 1957.

10) Τσιτσιρίκη και Μπέικου.  Βρισκόταν κάτω από το τοπωνύμιο «Ανάσκυλο αυλάκι.»  Το χώρο αυτό, τον αγόρασε ο Σ.Ε.Π.Ο.Π. Βελβεντού και έχτισε αποθήκη.

11) Εμμανουήλ Κάντζιου.  Στο «Πλατανόπουλο» στη θέση «Τούμπα» απέναντι από το σπίτι του Γιάννη Βαρσαμή.

12) Καμκούτη.   Βρισκόταν απέναντι από το σπίτι του Β. Χατζηπαπά.  Το χώρο αυτό τον αγόρασε ο από το καταφύγι Πλιάφας και έχτισε αποθήκη.  Σήμερα την κατέχει ο γαμπρός του Ιπποκράτης Χόντας.

13) Γεωργίου Σαμαρά (Ντιλιμπάνου).   Βρισκόταν μέσα στην κωμόπολη.  Τώρα εκεί είναι στο σπίτι του.

14) Παπαμίχου.  Και ο μύλος αυτός βρισκόταν μέσα στην κωμόπολη, μεταξύ των σπιτιών Γκαντρή και Κουρυπά από το ένα μέρος και από το άλλο τα σπίτια των Μαρκάλα και Γκουλιώτη.  Ο πλαύλακκος άρχιζε από το σπίτι του Ασιμή.  Από τον πλαύλακκο αυτο κατά το έτος 1914 έπεσε ο εξάχρονος Γεώργιος Φ. Σακκούλας, χτύπησε στο κρανίο και πέθανε.

Ύστερα από το θανατηφόρο αυτό δυστύχημα, οι μάνες της γειτονιάς, για να μη θρηνήσουν και άλλα θύματα, γκρέμισαν τον πλαύλακκο κι έτσι σταμάτησε ο μύλος να λειτουργεί.  Η Κοινότητα κατεδάφισε αυτόν τον μύλο, κάλυψε και το λάκκο, και έτσι δημιουργήθηκε ένας ευρύτατος χώρος για τα παιχνίδια των παιδιών.

15) Γκαρίτσα και Τριψιγάλα.  Βρισκόταν στο κάτω άκρο της κωμόπολης.

16) Δημοζήση (Τζημτζήση).  Βρισκόταν στη «Βορίλα».  Τον κληρονόμησε ο Μάρκος Κάντζιος.

17) Ιωάννου Ζορμπά. Βρισκόταν νοτίως του Αγίου Νικολάου

18) Καρακίτσιου.

19) Γιατρού Αρμενιάδη.

20) Αδελφών Φκιαρά (Καραγιάννη).   Στη θέση Μαυρή

21) Ευθυμίου Παπαβασίλη.  Στο δρόμο προς Κοζάνη στη θέση Μαυρή.  Κτίστηκε το 1918.

Οι πρώτοι έντεκα (11) νερόμυλοι του Ξηρόλακκα, λειτουργούσαν σχεδόν όλο το χρόνο.  Οι υπόλοιποι λειτουργούσαν τις τρεις εποχές του χρόνου, πλην του καλοκαιριού, γιατί αυτήν την εποχή το νερό του λάκκου χρησιμοποιούνταν για την άρδευση των καλλιεργιών.

Οι υπ. αριθμόν (1) και (19) νερόμυλοι, σταμάτησαν να λειτουργούν πολύ πριν του 1900.  Στους δύο (2) λάκκους του Βελβεντού, λειτουργούσαν σε σύνολο 35 νερόμυλοι ήτοι, στους λάκκους Λαύστα 14 και Ξηρόλακκα 21.

Εκτός από τους παραπάνω νερόμυλους του Βελβεντού, στα παλιά χρόνια λειτουργούσαν κι άλλοι τρεις νερόμυλοι.  Ένας από αυτούς στη Γρατσάνη και ανήκε στην Χριστιανική Κοινότητα Παλιόχωρας και βρισκόταν κοντά στον Άγιο Γεώργιο στο Γρατσανίσιο λάκκο.  Οι άλλοι δύο νερόμυλοι βρισκόταν στο τοπωνύμιο «Καρκουσμύλοι» (Καλογερικοί μύλοι) και λειτουργούσαν με το περισσευούμενο νερό της Λαύστας, το οποίο μεταφέρονταν με φράγμα που έγινε στη Λαύστα και με αγωγό ως προς τον κάτω Μπράβα, για την άρδευση και την κίνηση των νερόμυλων.

Κατά την παράδοση στην αγροτική περιοχή Μπράβας υπήρχε μοναστήρι με καλόγερους.  Στο τέλος του 15ου αιώνα οι μοναχοί διώχτηκαν από τους Κονιάρους αφού τους πήραν και τα κτήματα και κατέφυγαν στα Πιέρια.  Εκεί ίδρυσαν το μοναστήρι της «Αγίας Τριάδας Βελβεντού».

Οι νερόμυλοι του Βελβεντού, ύστερα από την ανταλλαγή του πληθυσμού, τη φυγή των Τούρκων και την εγκατάσταση των προσφύγων από τη Μ. Ασία στα χωριά των, οι πέρα του Αλιάκμονα πρόσφυγες, εγκατέστησαν στο χωριό Βαθύλακκος πετρελαιοκίνητο αλευρόμυλο.  Ένεκα τούτου οι αλευρόμυλοι του Βελβεντού άρχισαν ένας-ένας να κλείνουν, γιατί έχασαν την πελατεία, των πέρα του Αλιάκμονα χωρικών.

Κατά το 1927 ο Δημήτριος Γεωργάνας μαζί με τον καπνέμπορο Νικολαΐδη, ίδρυσαν στο Βελβεντό πετρελαιοκίνητο εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού και αλευρόμυλο.  Το εργοστάσιο αυτό λειτουργούσε τη μέρα σαν αλευρόμυλος και τη νύχτα για την ηλεκτροφώτιση της κωμόπολης.  Ηλεκτρολόγος μηχανικός ήταν ο Τιμολέων Νάνος. Η ίδρυση και λειτουργία αυτού του πετρελαιοκίνητου αλευρόμυλου συνετέλεσε ώστε να ολοκληρωθεί το κλείσιμο όλων των νερόμυλων.

Τον παλιό καιρό τα μπατάνια και τα νεροτριβεία, είχαν κάνει το Βελβεντό ξακουστό και του ματαντζήδες, που τα κατείχαν, πρόσωπα πασίγνωστα σ' όλη την περιφέρεια.  Γιατί μόνο στον ευλογημένο εκείνο τόπο το λαμπρυντικό νερό της Λάφστας, άφθονο κι ορμητικό, έδινε τέλεια επεξεργασία στα χοντρά υφαντά σκουτιά, τις μαλούτες, τις κάπες, τα ταλαγάνια και τις προκόβες των χωρικών.

Τα μπατάνια, κτισμένα στη νεροσυρμή της Αγίας Τριάδας, τέσσερα ή περισσότερα κατά καιρούς, εξωτερικά όμοιαζαν πολύ με νερόμυλους.  Το κτίσμα τους χαμηλό, ευρύχωρο και χωρίς παράθυρα, ήταν πετρόκτιστο και θολογυριστό.  Το νερό απ' τον πλαύλακκο έφτανε στην ξύλινη καρούτα, που καθώς ήταν σχεδόν κατακόρυφη κι όλο στένευε, το μετέτρεπε  σε μια τρομακτική δύναμη.  Έπειτα περνώντας απ' το στενό προχούνι έπεφτε στη ντριστέλλα συμπαρασύροντας στη δίνη ενός τρελού χορού ότι βρισκόταν εκεί μέσα.

Εδώ ο μπαταντζής εμπιστεύονταν μόνο τις φλοκάτες και τα σκουτιά από γιδόμαλλο, που αφού θα γύριζαν και θα νεροδέρνονταν αδιάκοπα για εικοσιτέσσερις ως εξήντα ώρες, έσφιγγαν, πήχτωναν κι έλαμπαν απαλλαγμένα από κάθε κατάλοιπο σούκου ή ελαφρότριχας.

Η επεξεργασία όμως των πιο λεπτών σκουτιών, που προορίζονταν για τις φορεσιές των χωρικών, γίνονταν όχι στη ντριστέλλα, αλλά στο μπατάνι σε παραδιπλανές πολυπλοκότερες εγκαταστάσεις.

Τα υφαντά έφταναν στο μπατάνι σε τόπι, έτσι όπως βγήκαν από τον αργαλειό.  Ο μάστορας για τη δική του ευκολία τα έραβε μετά με ιδιόρρυθμο τρόπο κι αφού τα επεξεργάζονταν στο μπατάνι όπου, όσο και όπως έπρεπε, τα στέγνωνε σε πεντακάθαρους βράχους κι έτσι πηχτά και μοσχομύριστα από καθαριότητα τα παρέδινε στον νοικοκύρη, για να πληρωθεί «μι του μέτρου ή μι 'ν ουκά» ανάλογα με τη συμφωνία.

Πριν λίγα χρόνια ήταν γραφικό και γνώριμο το θέαμα των αρχοντικών καλοδουλεμένων υφαντών, καθώς στέγνωναν απλωμένα στον αυλόγυρο του σπιτιού της φαμελιάς Ζορμπά, που υπήρξαν οι τελευταίοι μπαταντζήδες του Βελβεντού.  Σήμερα, κάτω από το βάρος του τεχνικού πολιτισμού και της αλλαγής των συνθηκών μετά τη δημιουργία της τεχνητής λίμνης, και τα μπατάνια εγκαταλείφθηκαν και μέρα με τη μέρα αργοπεθαίνουν ξεχασμένα στη νεροσυρμή της Άγ. Τριάδας.

Μπατάνια στο Νομό Κοζάνης υπήρχαν μόνον στο Βελβεντό μέχρι και τελευταία οπότε έγινε κι ένα άλλο στο Χρώμιο του Μπούρινου, δίπλα στην Αιανή.  Στο Βελβεντό μέχρι το 1930 λειτουργούσαν τρία μπατάνια.  Μετά λειτούργησε κι ένα ακόμα.  Όλα τα μπατάνια λειτουργούσαν στην περιοχή Αγίας Τριάδας Ισκιωμάτων με το νερό της Λάφιστας.  Η λάφιστα είχε πάντοτε αρκετό και καθαρό νερό κατάλληλο για πλύσιμο.

Τα μπατάνια και ντριστέλες (νεροτριβές) από την Αγία Τριάδα προς τα κάτω ήταν τα εξής:

(α) Κωνσταντίνου Ι. Ζορμπά:  Κτίστηκε το 1930 στην έξοδο του Σκεπασμένου, χωρίς ντριστέλα.  Η ντριστέλα υπήρχε στο μύλο Ζανδέ.  Το μπατάνι λειτούργησε μέχρι το 1947 όταν ο ιδιοκτήτης του Κ. Ι. Ζορμπάς σκοτώθηκε στον εμφύλιο.  Σήμερα το μπατάνι δεν υπάρχει.

(β) Αδελφών Καστανάρα:  Τα τρία αδέλφια Γεώργιος, Νικόλαος και Εμμανουήλ είχαν το μπατάνι μεταξύ της Αγίας Τριάδας και Αγίου Προκόπη.  Το 1925 ο Νικόλαος αποχώρησε και άσκησε το επάγγελμα του οδηγού φορτηγού.  Ο Γεώργιος και ο Εμμανουήλ το λειτούργησαν μέχρι το 1940.  Σήμερα υπάρχουν τα ερείπια του κτιρίου χωρίς τον μυλαύλακκα, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα ήταν ξύλινος.

(γ) Αδελφών Ζορμπά Χαρισίου, Νικολάου και Γεωργίου.  Το μπατάνι αυτό βρισκόταν πιο κάτω από το μπατάνι Καστανάρα εκεί που σήμερα έχει γίνει η εκτροπή του ξερόλακκου.  Σήμερα διακρίνεται ένα μέρος από τον μυλαύλακκα και πεταμένη στην άκρη του δρόμου η μεγάλη μεταλλική φτερωτή.

Ο Γεώργιος πήγαινε στα παζάρια και οι άλλοι δύο δούλευαν στο μπατάνι.  Αργότερα ο Νικόλαος Ζορμπάς όταν τα παιδιά του μεγάλωσαν έκτισε δίπλα άλλο μπατάνι και ντριστέλα τα οποία επίσης σήμερα δεν υπάρχουν.  Όταν τα παιδιά του Ιωάννης και Χαρίσιος μεγάλωσαν αγόρασαν τον μύλο Παπατσιάρα κι έκαναν και δεύτερη ντριστέλα.

Ο Γιάννης και ο Χαρίσιος συνέχισαν να δουλεύουν στο μπατάνι και αργότερα αγόρασαν και το μύλο Παπαπλιούρα κι έκαναν και τρίτη ντριστέλα.  Όταν έκλεισαν όλα τα μπατάνια τα δύο αδέλφια μετέτρεψαν το μπατάνι τους ώστε να γίνει πολύ πιο αποδοτικό.  Μ' έναν εντελώς δικό τους μηχανισμό και διατηρώντας την βασική φιλοσοφία της υδροκίνησης και του χτυπήματος των υφασμάτων, αντικατέστησαν την ενδιάμεση μηχανική μετάδοση της κίνησης (μετατροπή της κυκλικής κίνησης σε παλινδρομική).

Τα δύο αδέλφια λειτούργησαν το μπατάνι μέχρι το 1977

(δ) Ιωάννη Κ. Ζορμπά:  Ήταν το τελευταίο στη σειρά μπατάνι που βρισκόταν στη δέση του αυλακιού «Στ' Μουτ' τ' αυλάκ(ι)».  Λειτούργησε μέχρι το 1994 από τον κληρονόμο Λεωνίδα Ι. Ζορμπά όταν συνελήφθη και εκτελέστηκε από τους Γερμανούς.